καλοθέτω

καλοθέτω
διευθετώ, τακτοποιώ, συγυρίζω, ευπρεπίζω.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καλοθέτω — καλόθεσα, καλοθεμένος, συγυρίζω, τακτοποιώ: Όλα ήταν καλοθεμένα πάνω στο τραπέζι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”